Σάββατο 21 Ιανουαρίου 2017

ΤΗΛΕΦΩΝΗΜΑ/ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΣΧΑΛΗΣ

«Επιμένει να τους διαβάζει     
κι ας μην τους ξέρει πια κανείς
αυτούς τους ποιητές της μειονότητας
αυτά τα γύψινα αγάλματα στο πάρκο που φυλλοροεί

Επιμένει να τους διαβάζει γιατί του δίνουν παρηγοριά
με το Απαρηγόρητο
αυτοί οι κρίνοι κι οι νάρκισσοι
στις βραγιές της φιλολογίας

(ποιητές που θυμίζουν χαρτιά κομμένα
σε σχήματα δαντέλας χλωμής)

Επιμένει να τους διαβάζει
από πλακέτες συλλογών κοιμισμένες βαθιά πλάι στον Τσέχωφ
και το Γιάννη Μαρή
σ’ ένα ράφι γεμάτο σαράκι

(ποιητές που έγραψαν μόνο για να καταλήξουν σε μια
λειψανοθήκη ξερών λουλουδιών)

Αφού είναι ντεμοντέ πια η ευαισθησία
κι ακόμα πιο ντεμοντέ η συγκίνηση
κι αυτοί οι στίχοι δε διαφέρουν-κατ’εμέ-από ένα τραγουδάκι
στα μαραμένα χείλη του Αττίκ

Γηροκομεία ποιητών θυμίζουν οι Ανθολογίες
ακόμα και των πιο διάσημων μεγάλων αισθαντικών
κι εσύ επιμένεις να μου τους διαβάζεις

Κάποιες βραδιές στο τηλέφωνο
μα εγώ δε θέλω πια ν’ακούω
εγώ, χίλιες φορές σου το’πα,είμαι της εποχής
είμαι αντι-λυρικός, σου λέω
προοδευτικός οπαδός αντιποίνων ενάντια στο παλιό

Για μια υγεία της ζωής για τη ζωή
για ένα νέο Καθεστώς Σκληρότητας

εγώ, χίλιες φορές σου το’πα,

και μόνο η λέξη φεγγάρι μ’αναγουλιάζει
και μόνο η λέξη όνειρο με κάνει ν’αναριγώ

Επιμένει να μου τους διαβάζει από το τηλέφωνο
ενώ εγώ στέλνω μηνύματα με το κινητό…»

 Από το 17ο τεύχος του περιοδικού ποιητική

Δευτέρα 16 Ιανουαρίου 2017

ΚΑΤΑΚΟΚΚΙΝΑ ΜΗΛΑ ΑΚΟΠΑ

Με τις σκέψεις του ολόκληρες
Δίπλα στο μαχαίρι της κουζίνας
Κατακόκκινα μήλα άκοπα
Τον ξύπνησε το χτύπημα του τηλεφώνου
Μισές λέξεις καμιά πρόταση σωστή
‘’ναι, ίσως, μπορεί, αφού δεν…’’
Δε θα΄βγαινε ούτε σήμερα
Τι να εξηγεί τώρα και σε ποιον;
Συνέχισε το διάβασμα του βιβλίου του
Εκεί οι ήρωες και τα πράγματα ζούσαν
Ίσως ακόμα και τη δική του ζωή
Με απαράμιλλο ύφος, πείσμα, βασανισμό
Η άλλη ας τον περίμενε μασώντας τσίχλα
Στο βωμό της βλακείας και της ωραιοπάθειας
Δίπλα στο μαχαίρι της κουζίνας
Φυσικά, αρωματικά, στυφά, λαχταριστά
Κατακόκκινα μήλα άκοπα

S.

ΘΑ’ΡΘΕΙΣ;

Πότε αρχίσαμε να ζούμε τόσο συμπυκνωμένα μαζί;
Κάθε βράδυ κοιμάμαι με το δεύτερο σώμα σου δίπλα μου.
Σε σκοτώνω ξανά και ξανά και περιμένω με γυάλινα μάτια το εγκληματολογικό της μέρας να με συλλάβει.
Σηκώνεσαι πιο ζωντανός από ποτέ. Με κοιτάς ξεφυσώντας και κουνώντας το κεφάλι σου.
Aδιόρθωτο παιδί που δε συνετίζεται με τίποτα.
Κάτι μουρμουρίζεις μέσα στα δόντια σου και φεύγεις θυμωμένος.
Ούτε γυρνάς να με δεις. Πέφτουν δυο τρία φτερά στο πάτωμα. Απογειώθηκες…
Άντε γεια, σου λέω, με το πικρό του νιόβγαλτου αμύγδαλου στη γλώσσα.

Ακονίζω τα μαχαίρια μου για το άλλο βράδυ. Θα’ ρθεις;

S.

Σάββατο 7 Ιανουαρίου 2017

EΞΩ

Η συνήθης θερμοκρασία της εποχής
Φλερτάρει χρόνια με το μηδέν
Ο σφυγμός χτυπάει αργόσυρτα
Ένα μοιρολόι που δε θες ν’ ακούς
Τα ξυλιασμένα βήματα στο δρόμο
Η παγωμένη συνάντηση των φίλων
Εκείνο το βαλσαμωμένο φιλί
Που ελπίζεις ακόμα να πετάξει
Σφράγισε το κουτί των παραπόνων
Χάθηκαν οι άκρες της νύχτας
Έξω στα χαρτόκουτα σπιτικά
Δε στεγάζεται πια η ζωή
Ενταφιάζεται η ιστορία του κόσμου

S.

Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2017

ΑΦΑΝΙΣΜΟΣ

Γήινος χρόνος ακόμα

Με τόσο πολύ αφανισμό

Ανθρώπων και πραγμάτων

Στον υπερσυντέλικο της συντέλειας

Είχα βρεθεί αυτήκοος μάρτυρας

Βλέποντας χωρίς να κοιτάξω

Όπως ο έρωτας κι ο θάνατος

Η πιο γαμημένη αντίστιξη

Ενός κόσμου που δεν με αφορά πλέον

Κι η νύχτα πιο τρομαγμένη από ποτέ

Κρύβεται στο σεντούκι της μνήμης

Περιμένοντας χίλιους ήλιους

Να ριζώσουν στις ψυχές

Συχώριο για τον άλλο αιώνα

S.