Κυριακή 31 Αυγούστου 2014

Σάββατο 30 Αυγούστου 2014

Άραγε θα ξεφυτρώσει κάποτε η αγάπη;

TOY ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΚΗ
25/08/2014


Διανύοντας την περίοδο χάριτος μεταξύ διακοπών και επιστροφής
   

 Κάποιοι άνθρωποι ταξινομούν τις χρονιές και ό,τι αυτές φέρνουν μαζί τους (συμβάντα, αναμνήσεις, προσδοκίες) με γνώμονα το γρηγοριανό ημερολόγιο: Γενάρη με Γενάρη. Οι υπόλοιποι, που μάλλον είμαστε και περισσότεροι, έχουμε μείνει στη λογική της σχολικής χρονιάς. Για εμάς, η κάθε σαιζόν ξεκινά το πρώτο δεκαήμερο του Σεπτέμβρη και ολοκληρώνεται κάποια στιγμή μέσα στο καλοκαίρι.

Ακολουθεί μια εποχή εκτός χρόνου η οποία ονομάζεται «καλοκαιρινές διακοπές» και αποδεικνύεται πάντα συντομότερη από όσο θα έπρεπε. Με την ολοκλήρωση αυτού του φωτεινού παραδείσου, μας δίνεται ευτυχώς και μια περίοδος χάριτος. Το διάστημα αυτό, που ορίζεται χοντρικά από την ημέρα επιστροφής από τις διακοπές, μέχρι τη στιγμή που κάποιος ενοχλητικός θα μας ευχηθεί «καλό χειμώνα», είναι ένας προθάλαμος. Ένα Καθαρτήριο που οφείλει να μας βάλει με το μαλακό στη νέα σχολική χρονιά.

Σ΄ αυτήν ακριβώς τη φάση βρισκόμαστε, τούτες τις μέρες, πολλοί από εμάς. Αν και έχουμε επιστρέψει από τις διακοπές μας και βιώνουμε την καθημερινότητα που επιβάλλουν η εργασία και ο τόπος της μόνιμης κατοικίας, δικαιούμαστε ακόμη να κινούμαστε σε θερινούς ρυθμούς.

Προσπαθούμε να απολαμβάνουμε και όχι να υπηρετούμε τις κάθε λογής εμμονές μας. Ξοδεύουμε τον ελεύθερο χρόνο μας κυνηγώντας την ουσία -ή έστω πιστεύοντας πως το κάνουμε. Και βέβαια, μπορούμε να αναρωτιόμαστε αν όλες αυτές οι θερινές κατακτήσεις (οι σκέψεις που κάναμε, οι αποφάσεις που πήραμε κλπ) θα διατηρηθούν αλώβητες ή θα σκορπίσουν με την επέλαση της ρουτίνας.

Είμαστε έτσι σαν τους επιβάτες μιας ράθυμης κρουαζιέρας. Ή σαν τους τροφίμους ενός αλπικού σανατόριου, όπως εκείνο που περιγράφει ο Τόμας Μαν στο Μαγικό Βουνό. Το βιβλίο διαδραματίζεται στα χρόνια πριν από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Ο Χανς, ο κεντρικός ήρωας, πηγαίνει αρχικά εκεί για να επισκεφτεί ένα συγγενή του. Όμως ανακαλύπτει πως του αρέσει και με τη βοήθεια ενός επίμονου χαμηλού πυρετού, «αναγκάζεται» να παρατείνει για λίγο τη διαμονή του. Τελικά, αναβάλλοντας συνεχώς την επιστροφή του στην «πραγματική ζωή», θα μείνει στο σανατόριο επτά ολόκληρα χρόνια.

Έτσι κι εμείς. Ξαπλωμένοι στην ηλιόλουστη σαιζ λονγκ μας, με την κουβερτούλα καλά τοποθετημένη στα πόδια μας, φιλοσοφούμε και κάνουμε ενδοσκοπήσεις. Φροντίζουμε την εύθραυστη ψυχική μας υγεία, μετρούμε τακτικά τη θερμοκρασία μας και μελετούμε τα ήθη και τα πάθη μας. Διυλίζουμε τον κώνωπα και διαφωνούμε για θέσεις και απόψεις που άλλοτε δείχνουν κοντινές και άλλοτε αντικρουόμενες. Παλαντζάρουμε σαν τον Χανς, ανάμεσα στις θεωρίες του Νάφτα και του Σετεμπρίνι.

Τριγύρω γίνεται ο κακός χαμός. Βομβαρδισμοί, αποκεφαλισμοί, επιδημίες. Ισραηλινοί εναντίον Παλαιστινίων, Ρώσοι εναντίον Ουκρανών, Αμερικανοί εναντίον τζιχαντιστών, Σιίτες εναντίον Σουνιτών, Λίβυοι εναντίον Λίβυων, αυτοί εναντίον εκείνων, εμείς εναντίον των άλλων… Χώρια τα διάφορα εσωτερικά μέτωπα. Τα προσωπικά μας άγχη και οι αιώνιες ή φρέσκες αγωνίες μας. Χώρια η τρέχουσα ελληνική ειδησεογραφία. Τα οικογενειακά εγκλήματα στην ελληνική επαρχία που δικαιώνουν τον Λάνθιμο και τον Αβρανά. Ο μαρμαρωμένος βασιλιάς που περιμένει υπομονετικά, μέσα στον τάφο της Αμφίπολης, να τον ξυπνήσουμε. Το εθνικολαϊκό κιτς που έχει πλέον γίνει mainstream και μας καταπίνει σαν βόας, αργά και βασανιστικά. Που κολλάει παντού και μένει ανεξίτηλο όπως τα τατουάζ με τα διάφορα «Ελλάς ή τέφρα» και «Ή ταν ή επί τας» πάνω στα πρησμένα από τα αναβολικά, μπράτσα.

Όλα αυτά περνούν ξόφαλτσα από το οπτικό μας πεδίο ή εξοστρακίζονται και φεύγουν μακριά. Όμως, το ξέρουμε, η περίοδος χάριτος δε θα κρατήσει για πολύ. Ακόμη και ο Χανς που πήγε στο σανατόριο του Μαγικού Βουνού και ξέχασε να φύγει… Ακόμη κι αυτός αναχωρεί κάποια στιγμή. Ο συγγραφέας του θα τον αποχαιρετήσει βλέποντάς τον αρκετά ενθουσιώδη, μα όχι και πιο έξυπνο από πριν, να πηγαίνει στον πόλεμο.


Έχε γεια Χανς Κάστορπ (…) Τράβα στο καλό - είτε ζήσεις είτε πέσεις! Οι ελπίδες σου είναι λίγες. Αυτός ο άγριος χορός στον οποίο άφησες να σε τραβήξουν θα κρατήσει ακόμη κάμποσα αμαρτωλά χρονάκια και δε θα βάζαμε μεγάλο στοίχημα πως θα γλιτώσεις. Ειλικρινά, αφήνουμε το ζήτημα ανοιχτό και δε μας πολυνοιάζει. Περιπέτειες της σάρκας και του πνεύματος ανύψωσαν την απλοϊκότητά σου, σε άφησαν να επιζήσεις πνευματικά ό,τι δεν φαίνεται πως θα επιζήσει το κορμί σου. Ήρθαν στιγμές που μέσα από θάνατο και ασέλγεια της σάρκας ξεφύτρωσε μπρος στα μάτια σου, παραισθητικά και σαν να κυβερνούσες, ένα όνειρο αγάπης. Θα ξεφυτρώσει άραγε και από αυτή την παγκόσμια γιορτή του θανάτου, μέσα από την άγρια πυρκαγιά που πυρπολεί το βροχερό βραδινό ουρανό τριγύρω, κάποτε η αγάπη;
(Τόμας Μαν, Το Μαγικό Βουνό, εκδόσεις Εξάντας, μετάφραση Θόδωρος Παρασκευόπουλος)


ΠΗΓΗ: athensvoice.gr

Παρασκευή 29 Αυγούστου 2014

ΠΛΑΤΑΓΙΣΜΟΙ

Άρχισαν να μεγαλώνουν οι νύχτες. Κάθε πρωί φυλάει στην τσέπη του λίγο 
παραπάνω σκοτάδι. Το βγάζει το σούρουπο σε μικρές δόσεις και το σκορπάει. Ποσά ανάλογα της εποχής, ποτέ αντιστρόφως ανάλογα. Γράφεις την εξίσωση και πάλι στο ίδιο αποτέλεσμα καταλήγεις. Σωστός υπολογισμός. Η άλγεβρα της αποτίμησης του χρόνου. Τα χαρτάκια του ημερολογίου με τους προκαθορισμένους αριθμούς. Σήμερα η ανατολή συνέβη στις 05.52 και η δύση στις 18.59. Από πίσω ένα ποιηματάκι. Ερωτικό συνήθως για να υπάρχει μια πινελιά συναισθήματος, έστω και με το πιο απλοϊκό είδος τέχνης, στο ξεφλούδισμα της εναλλαγής των ημερών.
Η θάλασσα σκυμμένη στο βυθό της πλένει το σώμα της ξανά και ξανά. Αποκαθαίρεται και προετοιμάζεται για την απομόνωσή της. Θα αλλάξει πολλά πουκάμισα αλλά φίδι δε θα γίνει. Δεν έμαθε να δαγκώνει. Ούτε να αποσύρεται σε χειμερία νάρκη. Αφήνει άλλους να πληγώνουν το αμφίσημο χαμόγελο της ζωής.
Άκουσέ την. Πλαταγίζει αποχαιρετισμούς και καλωσορίσματα…


Stavronia

Τετάρτη 27 Αυγούστου 2014

Τα καλά παιδιά

΄Εγραψε: Pitsirikos

Κάθε φορά που διαπράττεται μια εγκληματική ενέργεια από νεαρούς ανθρώπους, οι κατηγορούμενοι, οι δικηγόροι τους και το περιβάλλον τους επικαλούνται το καθαρό ποινικό μητρώο και τον πρότερο έντιμο βίο , λες και είναι κάνα κατόρθωμα να μην έχεις σκοτώσει κάποιον μέχρι τα 18 σου.

Επίσης, οι κατηγορούμενοι και οι δικηγόροι τους επικαλούνται τους καλούς βαθμούς στο σχολείο, την αγάπη για την πατρίδα και το έθνος, τις συχνές επισκέψεις στην εκκλησία, μετάλλια σε κολυμβητικούς αγώνες και άλλα τέτοια.

«Κύριε πρόεδρε, δολοφόνησα δυο ανθρώπους αλλά είχα πολύ καλούς βαθμούς στα Μαθηματικά. Αν δεν με πιστεύετε, βάλτε μου καμιά εξίσωση να σας την λύσω».

«Κύριε πρόεδρε, μαχαίρωσα δυο Πακιστανούς στην Κυψέλη αλλά πάω κάθε Κυριακή στην εκκλησία και ψέλνω».

«Κύριε πρόεδρε, μαχαίρωσα ένα νεαρό ομοφυλόφιλο στο Γκάζι αλλά το έκανα από την αγάπη μου για την πατρίδα που είναι εντελώς στρέιτ».

Και βέβαια, όλοι αυτοί οι νεαροί που κάνουν εγκληματικές ενέργειες είναι -σύμφωνα με τους δικούς τους ανθρώπους- «πολύ καλά παιδιά».

Κατά την ταπεινή μου γνώμη, οι λόγοι για τους οποίους η χώρα έχει γεμίσει από νεαρούς Έλληνες που είναι φασίστες, ρατσιστές και σεξιστές είναι οι λόγοι τους οποίους επικαλούνται για να ελαφρύνουν τη θέση τους.

Πατρίς, θρησκεία, οικογένεια, πρόσθεσε και τους ατελείωτους εθνικούς μύθους για την ανωτερότητα των Ελλήνων και του «ελληνικού DNA» και έτοιμος ο δολοφόνος που είναι πολύ καλό παιδί.

Γέμισε η χώρα από ανεγκέφαλους νεαρούς με φουσκωμένα μπράτσα και από αμόρφωτα κορίτσια που το κύριο μέλημά τους είναι τα νύχια τους και τα φρύδια τους.

Αγαπημένη μου Ελλάδα, έχεις μεγάλο πρόβλημα.

Τα παιδιά σου έχουν γίνει φασίστες.

Κι εσύ ψάχνεις τον τάφο του Μεγαλέξανδρου.

Ο οποίος ήταν πολύ καλό παιδί.


(Πώς στρώθηκε ο δρόμος για τον φασισμό)

Δευτέρα 25 Αυγούστου 2014

Άννα Αχμάτοβα, Η Καταδικαστική Απόφαση

JORGE PEDRA   Absence
(Μετάφραση: 'Αρης Αλεξάνδρου)                          
(Από το «Ρέκβιεμ», Εκδόσεις Άγρα 2011)
Καλοκαίρι 1939

Κι έπεσεν η λέξη η πέτρινη του νόμου
πα στο στήθος μου το ακόμα ζωντανό.
Τι να γίνει, από τον καιρό προετοιμαζόμουν,
όπως όπως θα τα βγάλω πέρα και μ' αυτό.

Έχω σήμερα πολλές δουλειές. Για μέτρα:
Πρέπει κάθε μνήμη ευθύς να σκοτωθεί,
πρέπει την καρδιά να κάνω πέτρα,
πρέπει πάλι τη ζωή να μάθω απ' την αρχή.

Γιατί αλλιώς... Θροΐζει, να, ζεστά το θέρος,
στο παράθυρό μου στέκω κι είναι σαν γιορτή.
Το 'λεγε η καρδιά μου από καιρό, τα ξέρω
τούτο εδώ το φως και τ' άδειο σπίτι στη σιωπή.

Σάββατο 23 Αυγούστου 2014

ΕΝΑ ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΜΑΝΩΛΗ ΑΝΔΡΙΩΤΑΚΗ

Είμαι ξαπλωμένος σε μια ξαπλώστρα, κάτω απ’ την 
ομπρέλα και διαβάζω το τελευταίο βιβλίο του
Ουελμπέκ, στριμωγμένος ανάμεσα σε δεκάδες άλλους, σε μια πολύβουη, αλλά όμορφη παραλία. Μπροστά μου μια φωνασκούσα τετραμελής οικογένεια. Ο σύζυγος ψάχνεται για κουβέντα. Έχει αφιερώσει το πολύ πέντε λεπτά σε κάθε δραστηριότητα, πέντε λεπτά ρακέτες με το γιο, πέντε λεπτά ρακέτες με την κόρη, πέντε λεπτά να πιεί τον φραπέ, πέντε λεπτά καβγάς με τη σύζυγο, πέντε λεπτά να καπνίσει ένα τσιγάρο, πέντε λεπτά αθλητική εφημερίδα, πέντε λεπτά σκανάρισμα της παραλίας, πέντε λεπτά θαυμασμός των οπισθίων μιας νεαρής, πέντε λεπτά να ξεφυλλίσει το κουτσομπολίστικο περιοδικό της συζύγου, πέντε λεπτά πλατσούρισμα στη θάλασσα, πέντε επιπλέον λεπτά με κάθε παιδί παιχνίδι στην άμμο, ο τύπος έχει εξαντλήσει κάθε δυνατό πεντάλεπτο, κι έχει χάσει κάθε ενδιαφέρον για την παραλία. Σημειωτέον, όλα αυτά τα έχει κάνει με τέτοιο τρόπο ώστε να μην μείνει τίποτα απαρατήρητο απ’ τους άλλους. Έχουν περάσει ήδη τα πέντε λεπτά βαρεμάρας, ώσπου στρέφεται σε μένα. 
“Τί διαβάζεις φιλαράκο;” με ρωτά λες και με γνωρίζει δέκα χρόνια. 
Αιφνιδιάζομαι λίγο, σκέφτομαι πως είναι δυνατό κάποιος να μη διαβάζει στην παραλία, αλλά του απαντάω γρήγορα.
 “Ένα μυθιστόρημα”
 “Ελληνικό;”
 “Όχι, ξένο”
 Παρατηρώ ότι στον ώμο του έχει ένα τατουάζ, μια σύνθεση με την Ελληνική σημαία, μια μπάλα κι από κάτω το όνομα Μαρίνα. Οι απαντήσεις μου είναι κοφτές, ξερές, φωνάζουν ότι θέλω να συνεχίσω αυτό που κάνω. Όμως εκείνος έχει άλλη γνώμη.
 “Εγγλέζικο;” 
“Όχι, Γαλλικό” Κοιτάζει τριγύρω, εστιάζει για λίγο ξανά τα οπίσθια της νεαρής, που τώρα παίζει ρακέτες με το φίλο της και μου λέει:
 “Έχω να διαβάσω βιβλίο απ’ το σχολείο. Όχι ότι διάβαζα και τότε, αλλά επίσημα από τότε έχω να ανοίξω βιβλίο…”
 “Δε σου άρεσε…” του λέω, προσπαθώντας να επιστρέψω στον Ουελμπέκ.
 “Μου λένε ότι δε μπορώ να συγκεντρωθώ” συνεχίζει εκείνος απτόητος, και προσθέτει χωρίς περιστροφές “αλλά να σου πω την αλήθεια, νομίζω ότι τα βιβλία είναι χάσιμο χρόνου” 
“Όχι όλα” του λέω χαμογελώντας. Ξανακοιτάζει τριγύρω, κάνει μια παύση για να βεβαιωθεί ότι η οικογένεια συνεχίζει να βρίσκεται στο νερό, και κοιτάζει το βιβλίο μου.
 “Αυτό εδώ ας πούμε” λέει δείχνοντάς το, “τί λέει;”
 “Ακόμα δεν το έχω διαβάσει” του απαντώ. 
“Τί θα σου προσφέρει; Θα καταλάβεις καλύτερα τί συμβαίνει γύρω σου; Πώς; Χωρίς να κοιτάζεις γύρω σου περιμένεις ένα βιβλίο να σου πει τι γίνεται γύρω σου;”.
 Έχει στρέψει το βαρύ σώμα του προς την πλευρά μου. Θέλει οπωσδήποτε να δω το τατουάζ του. Όμως μοιάζει να έχει πάρει την κουβέντα πολύ σοβαρά και δε θέλω να του το χαλάσω.
 “Υπάρχουν πάρα πολλά βιβλία” του λέω. “Νομίζω ότι σίγουρα υπάρχει μια επιλογή καλών βιβλίων για τον καθένα. Το δύσκολο είναι να τα ανακαλύψεις και να εξασφαλίσεις χρόνο για να τα διαβάσεις”. Τώρα έδειχνε ακόμα πιο προβληματισμένος.
 “Δε μπορώ να φανταστώ ότι υπάρχει βιβλίο για "μένα" είπε με νόημα. 
“Είμαι σίγουρος ότι υπάρχουν πολλά που θα μπορούσαν να σου μιλήσουν αρκετά…” του απάντησα. “Πες μου ένα” με προκάλεσε, “κι αν μ’ αρέσει θα σου βγάλω το καπέλο”, είπε κάνοντας μια κίνηση προσποιούμενος ότι βγάζει το καπέλο του μπέηζμπολ που φορούσε.
 Έκανα μια πανοραμική κίνηση του κεφαλιού μου, σαν το σκανάρισμα που έκανε εκείνος, όταν εντόπισε τα οπίσθια της νεαρής, και του είπα: 
“Το μουνάκι της Ειρήνης”
 “Τί;” είπε ξαφνιασμένος. “Το μουνάκι της Ειρήνης, Λουί Αραγκόν” 
“Πλάκα μου κάνεις”
 “Καθόλου, είναι ένα βιβλίο, και μάλιστα πολύ ενδιαφέρον!”
 “Τσόντα;” είπε με πονηρό ύφος.
 “Ποιητική” του είπα γελώντας.
 “Θα το βρω στα βιβλιοπωλεία;”
 “Νομίζω ότι είναι εξαντλημένο” του είπα, “άλλά όποιος ψάχνει, βρίσκει…” 
Ακριβώς εκείνη τη στιγμή πλησιάζει στην ομπρέλα η γυναίκα του.
 “Γυναίκα” της λέει μ’ ενθουσιασμό, “το απόγευμα να πάμε στο βιβλιοπωλείο που είδα στο χωριό”. 
Εκείνη σαν να μην πίστευε αυτό που άκουγε, κάθισε για λίγα δευτερόλεπτα με την πετσέτα της τυλιγμένη γύρω στο βαρύ της σώμα, να τον κοιτάζει σαν να έβλεπε τον Μπραντ Πιτ. Επειδή όμως αυτά δε γίνονται στην πραγματικότητα, άλλαξε αμέσως θέμα, του είπε κάτι για ένα κατόρθωμα των παιδιών κι ότι ήταν ώρα να φύγουν. 
Με κοίταξε, έκανε κάπως βεβιασμένα κι αμήχανα την κίνηση ότι βγάζει το καπέλο και ξεκίνησε το πεντάλεπτο πρότζεκτ μαζέματος των πραγμάτων. Αν δεν κάνω λάθος, φαινόταν να έχει καλύτερη διάθεση. Ίσως επειδή σε λίγο θα έτρωγε, δεν ξέρω. Δεν τον ξαναείδα.
 Ενδόμυχα δεν έχω πάψει να πιστεύω ότι μπορεί να εξευγένισα και να πρόσθεσα έναν ακόμα αναγνώστη στην ανθρωπότητα.
τίτλος του κειμένου είναι Το Μουνάκι της Ειρήνης. Για ευνόητους λόγους προτίμησα να μην το βάλω στην επικεφαλίδα της ανάρτησης)

artworks : Konstantin Antioukhin

Παρασκευή 22 Αυγούστου 2014

ΘΑ ΜΕΘΥΣΩ ΚΙ ΑΥΡΙΟ

Το φως καμπυλώνει, βουλιάζει και πνίγεται. 
Οφθαλμαπάτη για την υπόσχεση της νύχτας. Άργησα σήμερα. Νόμιζα ότι είχα όλη τη μέρα δική μου. Το γερμένο παντζούρι της σκέψης μου βάδιζε σημειωτόν από το ένα πράγμα στο άλλο. Δουλειές που δεν τελειώνουν και σχεδιάσματα ημιτελή. Κουτάκια που ανοιγοκλείνουν αλλά ποτέ δε σφραγίζουν. Ίσως αυτό να είναι η ροή κάθε μέρας. Αλληλουχία συμβάντων, όχι προς επεξεργασία, μάλλον προς διευθέτηση. Δεν προλαβαίνει κανείς. Ούτε τον καιρό ούτε την κρυφή συνωμοσία της ζωής.
Άργησα αλλά πήγα. Στην ύφεση του σκοτεινού νερού βυθίστηκα, μέθυσα κι ένιωσα πως άλλαξα σώμα. Για πόσο ακόμα θα γίνεται λίμνη η θάλασσα; Ανεξιχνίαστες ώρες στην κερκόπορτα του φθινοπώρου. Υπολείπονται ακόμα μερικά σώματα για ν’ αλλάξω πριν πληθύνουν οι υδάτινες πτυχώσεις και τα βράχια παλέψουν με τα στοιχειά των βοριάδων. Αποστρέφω το νου μου απ’ αυτό. Στρέφομαι στον ωραίο τόπο. Στην εκπληρωμένη υπόσχεση του καλοκαιριού. Φύκια κι όχι μεταξωτές κορδέλες. Φύκια που μυρίζουν θάλασσα. Θα μεθύσω κι αύριο. Κι ας αργήσω…

Stavronia

Κυριακή 10 Αυγούστου 2014

Σάββατο 9 Αυγούστου 2014

ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΠΑΝΣΕΛΗΝΟ

Μυρωδιά φθινοπώρου. Αλλάζει η χροιά 
της φωνής του νερού. Τα μελτέμια του Αυγούστου ετοιμάζουν τη μεγαλοπρεπή
πανσέληνο. Ο νυχτερινός ουρανός θα φορέσει τα καλά του. Aύριο.  Θα πλημμυρίσουν φως και μουσική οι αρχαιολογικοί χώροι, ολιγόωρη τιμή στην ιστορία του πολιτισμού. Διάνυσμα στη σκοτεινή εποχή, τη δική μας. 
Ύστερα το φως θ’ αρχίσει σιγά σιγά να κρυώνει. Θα λιγοστέψουν οι επισκέπτες στα νησιά. Και τα πλοία. Ιδίως αυτά. Θα μείνουμε πάλι εμείς κι εμείς. Στα πιο ακριτικά μέρη μόνο εμείς. Με τις ανύπαρκτες Θερμοπύλες. Να τις φυλάμε. Κανείς δεν ξέρει να πει από τι. Αφού δεν υπάρχουν σύνορα ανάμεσα στους γηγενείς, στους μετοίκους, στους επισκέπτες και στους εισβολείς. Τα κρυφά περάσματα ανήκουν στo παρελθόν των καθαρών πολέμων. Τότε που η προδοσία είχε το νόημα και τη σημασία της. Ήταν ο δρόμος των παραδόπιστων ή των δειλών. Γι' αυτό τώρα εμείς γίναμε οφειλέτες αορίστου χρέους. Θα ξεχαστούμε. Οι άλλοι θα επιστρέψουν στο άλεσμα της πόλης. Θα ξεχάσουν. Αφού ο μύλος της πολυκοσμίας όλα τ’ αλέθει. Θρυμμάτισμα ημερών για την τελετή του επόμενου καλοκαιριού. Άλλο χρέος αυτό. Διαφορετικό. Σαν τη  ζωή που αλλού έχει μικρή αξία. Έως μηδαμινή. Σε διατίμηση ο άνθρωπος στον πλανήτη γη. Τυχεροί όσοι προλάβουν να δουν κι αυτό το φεγγάρι. Ολόγιομο, στην ώρα του…

Stavronia