Παρασκευή 31 Ιανουαρίου 2014

Εξοικειωμένος με τη νύχτα /Ρόμπερτ Φροστ

Υπήρξα ένας εξοικειωμένος με τη νύχτα.
Έχω βαδίσει έξω στη βροχή - και πίσω στη βροχή.
Έχω παρέλθει την απώτατη πόλης αχτίδα.

Έχω κοιτάξει κάτω στο πιο λυπηρό στενό της πολιτείας.
Έχω περάσει απ' τον φρουρό στην βάρδια του
Και έριξα τα μάτια μου, απρόθυμος να εξηγήσω την αιτία.

Έχω ασάλευτος σταθεί και κόπασα τον ήχο των ποδιών
Όταν πολύ μακριά μια διαρρηγμένη οιμωγή
Ήρθε από έναν άλλο δρόμο πάνω απ' τις στέγες των σπιτιών,

Αλλά όχι πίσω για να με καλέσει ή του αντίο να αφήσει τον αχό·
Και ακόμη πιότερο μακριά και υπερκόσμια ψηλά
Ένα ρολόι φεγγοβόλο ενάντια στον ουρανό

Διακήρυξε ότι ο καιρός δεν ήταν εσφαλμένος ούτε σωστός.
Υπήρξα ένας με τη νύχτα γνώριμος.

(μετάφραση: Μαρία Θεοφιλάκου)

ΠΗΓΗ: στο τρένο της ποίησης

Τετάρτη 29 Ιανουαρίου 2014

KAΠΟΙΑ ΠΑΙΔΙΑ

Μερικά παιδιά  φαντάζονται νωρίτερα από άλλα τι θα γίνουν όταν μεγαλώσουν. Στοιχειωδώς τουλάχιστον έχουν αντιληφθεί τις δεξιότητες και τις κλίσεις τους.
Ακόμα λιγότερα, γι’ αυτό ίσως κι ευφυέστερα από τα προηγούμενα, ξέρουν τι δε θα γίνουν 
όταν μεγαλώσουν και το δηλώνουν ευθαρσώς με τέτοια  ωριμότητα που σε ξαφνιάζει. Είναι μια ιδιαίτερη κατηγορία, ας την ονομάσω αυθαίρετα ως εν δυνάμει κατηγορία σχεδίασης αφαιρετικού μέλλοντος, γιατί έχουν αποβάλλει από τη φαντασία τους χωρίς να έχουν σχετικά βιώματα -πώς;- το λαμπερό σκουπιδαριό του life style, το απαστράπτον διάσημο τίποτα στις ειδήσεις των ΜΜΕ και τη λατρεία του κενού που μας πασάρει καθημερινά το τέρας της τεχνολογίας.
Δε γνωρίζω αν αυτό που γράφω είναι  διαπίστωση, έχω τη βάσιμη υποψία όμως ότι συμβαίνει ακόμα κι αν αφορά μικρό ποσοστό.
Είναι μια αισιόδοξη σκέψη, η οποία μέσα στην υπόλοιπη γενική μαυρίλα θέλω να υπάρχει μέσα στο κεφάλι μου -την καταθέτω αφορμής δοθείσης από ένα γεγονός που έλαβε χώρα πολλά χρόνια πριν, όταν κάποτε δούλευα σ’ ένα σχολείο της Αθήνας- και αυθαίρετα ήρθε στο νου μου.
Θα 'ταν γύρω στις αρχές της δεκαετίας του ’90 όταν τα καλλιτεχνικά και μουσικά πράγματα παρέμεναν ακόμα λιγότερο ευτελή και περισσότερο ντυμένα και η ζωή δεν είχε ποδοπατηθεί τόσο από το δεινόσαυρο της πληθωριστικής υποκουλτούρας.
Γράφαμε μια έκθεση στην τάξη με θέμα ποιο πρόσωπο θαυμάζω περισσότερο -παιδιά ηλικίας δέκα χρόνων- όταν ανάμεσα σε όλες, τις ίδιες, πανομοιότυπες απόψεις που μου έγραψαν για τον τάδε ή το δείνα ποπ τραγουδιστή-στρια,  και για το πόσο θα ήθελαν να γίνουν σαν κι αυτόν-ήν, ένα αγόρι έκανε τη διαφορά.
"Δε θαυμάζω κανένα" έγραψε, "γιατί κανένας δεν είναι καλύτερος από άλλον. Δεν έχει σημασία αν είσαι πλούσιος, φτωχός, όμορφος, άσχημος, καουμπόι ή ινδιάνος. Όλοι είμαστε άνθρωποι. Δεν υπάρχουν υπεράνθρωποι".
Μ’ αυτή τη φράση τέλειωσε το γραπτό του και μ’ αυτό το τέλος είχε ήδη αρχίσει να συνειδητοποιεί τι δε θα γίνει όταν θα μεγαλώσει.
Εύχομαι να το κατάφερε κι αφού είχε διαπιστώσει από τόσο μικρός ότι δεν υπάρχουν υπεράνθρωποι ελπίζω -γιατί τώρα είναι μεγάλος- να παρέμεινε άνθρωπος.
Οτιδήποτε άλλο και να πω περιττεύει...

Stavronia

Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2014

ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ


Κάνω σχεδόν πάντα την ίδια διαδρομή βγαίνοντας απ’ το σπίτι.
Ακολουθώ το στενό πλακόστρωτο σοκάκι, βγαίνω στον κεντρικό δρόμο κι ύστερα ανηφορίζω περνώντας τη μικρή εκκλησία προς την πάνω μεριά του χωριού. Λιγοστοί οικισμοί και πιο κάτω χωράφια, πεζούλια κι εγκαταλειμμένα μαντριά.
Ύστερα τα σπίτια χάνονται, ακούω μόνο τον ήχο απ’ τα βήματα και τα ρούχα μου,
το μακρινό παραμιλητό 
της θάλασσας, την ανάσα του αέρα ανάμεσα στις φυλλωσιές κι εκείνα τα περίεργα τριξίματα, συρσίματα από μικρές, αθέατες ζωές που γράφουν τη δική τους ξεχωριστή πορεία στο κορμί μιας απέραντης χωμάτινης πολιτείας.
Κάθε φορά σ’ αυτούς τους καθιερωμένους περιπάτους έχω την αίσθηση ότι τίποτα δεν αλλάζει, βλέπω, νιώθω και μυρίζω αναλόγως με τη διάθεση των εποχών και τη δική μου, τα ίδια πράγματα κι όμως υπάρχει μια υποψία βεβαιότητας μέσα μου ότι όλα έχουν μετακινηθεί, ότι συμβαίνει μια διαρκής μετοίκηση και αλλαγή στην κοινωνία των έμψυχων, ένας μικρόκοσμος που πεθαίνει και αναγεννιέται διαρκώς, μια συνέχεια που λαμβάνει χώρα χωρίς την παρουσία μου και ακριβώς εξαιτίας της έλλειψής της.
Όσο κι αν ακούγεται κοινότυπη και γνώριμη αυτή η διαπίστωση ωστόσο είναι εντελώς διαφορετικό να βιώνεις στο πετσί σου αυτές τις μεταμορφώσεις κι αλλιώς να τις ξέρεις απ’ τη θεωρητική τους πλευρά και τα διαβάσματά σου.
Κι εγώ ως παιδί της πόλης που εξακολουθώ να την κουβαλάω μέσα μου σαν χάδι και πληγή -δε βρίσκω τίποτα περισσότερο ποιητικό απ’ αυτές τις λέξεις του Γκάτσου στ’ Αστέρι του Βοριά- γιατί εκεί μεγάλωσα κι εκεί θα επιστρέψω κάποτε και όταν- κοινώνησα άλλης μορφής ζωή εδώ, πιο σκληρή, πιο αδυσώπητη, πιο καθαρή.
Είδα δέντρα χτυπημένα απ’ τη μανία της φύσης, γερτά και γκρίζα σαν ακατέργαστα γλυπτά, περίεργα είδη εντόμων, φίδια σε ερωτική συνεύρεση, κατσίκια σκαρφαλωμένα σε επικλινή, απόκρημνα βράχια, με τέτοια αξιοθαύμαστη ισορροπία να στέκονται στην κόψη τους, εκεί που δε στέκεται ούτε χαλίκι, νυφίτσες και σκαντζόχοιρους στο δικό τους αργό ρυθμό και τόσα άλλα πλάσματα σε μια διαρκή δίνη χορού ζωής και θανάτου.
Ναι, λέω στον εαυτό μου, στάθηκα τυχερή βάζοντας στις αποσκευές μου τέτοιες εικόνες, γεμάτες με τόση δύναμη και σοφία.
Όπως εκείνη που εμφανίστηκε μπροστά μου ένα συννεφιασμένο, φθινοπωρινό απόγευμα: Σε μια πλευρά του δρόμου ένας μικρός μαύρος λαγός, εντελώς ακίνητος, σαν υπνωτισμένος στεκόταν -χωρίς να πέφτει κανένα φως πάνω του- με το γυάλινο βλέμμα του σταθερό προς μια κατεύθυνση. Τον πλησίασα, σχεδόν τον άγγιξα, δε σάλεψε ούτε έδειξε κάποιο είδος ανησυχίας ή φόβου μέχρι που έκανα τη σκέψη μήπως δεν ήταν αληθινός αλλά λούτρινο παιχνίδι. Δεν ήταν, ήταν ένα ολοζώντανο πλάσμα χαμένο στο δικό του απροσπέλαστο σύμπαν.
Έμοιαζε σα να μου 'στελνε ένα βουβό μήνυμα, σα να μου ζητούσε μ’ αυτή την παγερή αδιαφορία του να τον αφήσω στην ησυχία και στην αυτοσυγκέντρωσή του.
Απομακρύνθηκα, γυρίζοντας κάθε τόσο το κεφάλι πίσω να δω μήπως κινήθηκε έστω και λίγο αλλά όχι, όσο ξεμάκραινα γινόταν μια αχνή σκούρα κηλίδα που ξεθώριαζε στο σούρουπο.
Αυθόρμητα μου 'ρθε στο νου εκείνο το συγκλονιστικό δίστιχο του Γκανά "Χρόνια που πέσαν πάνω μας σαν προβολείς / Μας ντουφεκίζουν έναν έναν σαστισμένους λαγούς" και τυλίχτηκα σε μια αναπάντεχη θλίψη για τα πριν και τα μετά τα δικά μου, γι’ αυτά που συμβαίνουν στην πατρίδα μου τώρα.
Μ’ αυτές τις σκέψεις επέστρεψα σπίτι, άλλος ένας σαστισμένος λαγός κι εγώ, στην ασφάλεια της φωλιάς του…


Stavronia

Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2014

ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΑΙ ΣΚΕΨΕΙΣ

    Πείσμωσε κι άλλο ο αέρας. Βάλθηκε ν’ αναμετρηθεί μ’ όλα τα στέρεα και τα στεργιανά, να ξυπνήσει την ανάσα του νερού. Βουητό από σαγόνια πεινασμένου γερόλυκου. Όσο και να φάει δε θα χορτάσει. Θ’ αποσυρθεί πάλι πεινασμένος πίσω απ’ τα μπλεγμένα μαλλιά των δέντρων με μια δόση αλμύρας στο ξεχαρβαλωμένο στόμα του για να προετοιμάσει νέα έφοδο.
    Το πρωί δυο πουλιά  κολύμπησαν στο βλέμμα μου, έριξαν στάλες σκιάς στον καθρέφτη της θάλασσας και χάθηκαν πίσω απ’ τα βράχια.
    Αργά το απόγευμα με βρήκε η νεροποντή  καταμεσίς στο δρόμο. Το τοπίο ύφαινε μυρωδιές από θάμνους, βάτα, κοπριές και κάπνα, ένιωθες υπόγειες γεννήσεις κάτω απ’ τα πόδια σου ενώ το βουνό στο βάθος ασάλευτο σκόρπιζε το πράσινό του περιμετρικά που όλο λερωνόταν και ξεθώριαζε όσο δυνάμωνε  η βροχή.
    Τρέχοντας  μούσκεμα για να επιστρέψω σπίτι ξαφνιάστηκα από έναν  σκοτεινό όγκο που ξεπρόβαλλε σε μια στροφή. Ήταν ένας άκακος γίγαντας, μια χαμένη αγελάδα που έψαχνε παράδρομο να γυρίσει στη βοσκή της. Ατάραχη, κοιτώντας μπρος και πίσω, ανακάλυψε το άνοιγμα στο συρματόπλεγμα και κατηφορίζοντας έφτασε πιο γρήγορα από μένα στον προορισμό της.
    Τώρα η νύχτα τρέμει απ’ τον πυρετό της υγρασίας, ανασαίνει βαριά πάνω στα ξύλινα παντζούρια, ταρακουνάει μνήμες και λόγια ώσπου αδειάζει το νου για να στείλει το σώμα ελεύθερο στο ανέγγιχτο δέρμα του ονείρου.
Όμως θα 'ρθουν κι οι μέρες που όλα θα παραδοθούν στ’ ατσαλάκωτο σεντόνι της μέρας. Θα βγούμε να μαζέψουμε τους χυμούς του ήλιου κι οι τράτες θ' ανοίγονται ακύμαντες στη σιωπή.
    Θα έχεις την περίεργη αίσθηση ότι ίπτασαι ανάμεσα στο πάνω και στο κάτω γαλάζιο, ότι ταξιδεύεις σε φάσματα φωτός που καταργούν τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο σημαντικό και το ασήμαντο, σ’ αυτό που φαντάζεσαι και σ’ αυτό που συμβαίνει.
    Εδώ θέλοντας και μη το τοπίο επιβάλλει την απλότητα και την ταπεινότητα μέσα σου κι αν το αφήσεις να σε πάρει απ’ το χέρι ίσως σε οδηγήσει σε μια ξεχασμένη αλήθεια, σε μια άλλης εποχής αρετή.
    Εικόνες και σκέψεις από το μικρό κήπο του χειμωνιάτικου Αιγαίου γι’ αυτήν, την τελευταία Κυριακή του Γενάρη.
Καλή εβδομάδα…

Stavronia

Παρασκευή 24 Ιανουαρίου 2014

ENA AΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ''ΤΑΔΕ ΕΦΗ ΖΑΡΑΤΟΥΣΤΡΑΣ '' ΤΟΥ ΝΙΤΣΕ

ΑΓΑΠΩ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΝ ΝΑ ΖΟΥΝ ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΑΝ ΚΑΤΑΒΑΤΕΣ,
ΕΠΕΙΔΗ ΕΙΝΑΙ ΥΠΕΡΒΑΤΕΣ. Αγαπώ τους μεγάλους καταφρονητές, επειδή είναι οι μεγάλοι λάτρες, και βέλη που λαχταρούν την άλλη ακτή. Αγαπώ εκείνους που δεν ψάχνουν πρώτα ένα λόγο πέρα από τ’ αστέρια για να κατεβούνε και να θυσιαστούνε, αλλά θυσιάζουν τον εαυτό τους στη γη, ώστε η γη του Υπεράνθρωπου στη συνέχεια να έρθει.

ΑΓΑΠΩ ΑΥΤΟΝ ΠΟΥ ΖΕΙ ΓΙΑ ΝΑ ΜΑΘΑΙΝΕΙ ΚΑΙ ΑΝΑΖΗΤΕΙ ΝΑ ΜΑΘΑΙΝΕΙ, ώστε ο Υπεράνθρωπος στη συνέχεια να ζήσει. Έτσι αναζητεί τη δική του κατάβαση. Αγαπώ αυτόν που μοχθεί και εφευρίσκει, ώστε να χτίσει το σπίτι για τον Υπεράνθρωπο, και να προετοιμάσει γι’ αυτόν γη, ζώα, και φυτά: γιατί έτσι αναζητεί τη δική του κατάβαση. Αγαπώ αυτόν που αγαπάει την αρετή του: γιατί η αρετή είναι η βούληση προς κατάβαση, και ένα βέλος λαχτάρας.

ΑΓΑΠΩ ΑΥΤΟΝ ΠΟΥ ΔΕΝ ΚΡΑΤΑΕΙ ΜΕΡΙΔΙΟ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥ, αλλά θέλει να είναι πλήρως το πνεύμα της αρετής του: έτσι περπατάει σαν πνεύμα πάνω απ’ τη γέφυρα. Αγαπώ αυτόν που κάνει την αρετή του κλίση και πεπρωμένο του: έτσι, για χάρη της αρετής του, είναι διατεθειμένος να συνεχίσει να ζει, διαφορετικά να μη ζήσει άλλο. Αγαπώ αυτόν που δεν επιθυμεί πολλές αρετές. Μια αρετή είναι περισσότερο αρετή από δύο, επειδή είναι περισσότερο κόμβος για να πιαστεί το πεπρωμένο κάποιου.

ΑΓΑΠΩ ΑΥΤΟΝ ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ Η ΨΥΧΗ ΕΙΝΑΙ ΠΛΟΥΣΙΟΠΑΡΟΧΗ, που δε θέλει ευχαριστώ και δεν τα επιστρέφει: αφού πάντα παρέχει και δεν επιθυμεί να κρατήσει για τον εαυτό του. Αγαπώ αυτόν που ντρέπεται όταν τα ζάρια πέφτουν ευνοϊκά γι’ αυτόν, και που στη συνέχεια ρωτάει: «Είμαι ανέντιμος παίχτης;» -επειδή είναι διατεθειμένος να υποχωρήσει.

ΑΓΑΠΩ ΑΥΤΟΝ ΠΟΥ ΣΚΟΡΠΑΕΙ ΛΟΓΙΑ ΧΡΥΣΑ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΑ ΕΡΓΑ, και πάντα κάνει περισσότερα απ’ ό,τι υποσχέθηκε: γιατί αναζητάει τη δική του κατάβαση. Αγαπώ αυτόν που δικαιολογεί τους μελλοντικούς και συγχωρεί τους παρελθόντες: γιατί είναι διατεθειμένος να υποχωρήσει στους τωρινούς. Αγαπώ αυτόν που δαμάζει τον Θεό του, επειδή αγαπάει τον Θεό του: γιατί πρέπει να υποχωρήσει δια της οργής του Θεού του.

ΑΓΑΠΩ ΑΥΤΟΝ ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ Η ΨΥΧΗ ΕΙΝΑΙ ΒΑΘΙΑ, ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΠΛΗΓΩΜΑ, και μπορεί να υποχωρήσει σε κάτι μικρό: έτσι περνάει εθελουσίως πάνω από τη γέφυρα. Αγαπώ αυτόν του οποίου η ψυχή είναι τόσο υπερπλήρης, που ξεχνάει τον εαυτό του, και όλα τα πράγματα είναι μέσα του: έτσι όλα τα πράγματα γίνονται η κάθοδός του.

ΑΓΑΠΩ ΑΥΤΟΝ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΚΑΡΔΙΑ: έτσι το κεφάλι του είναι μόνο τα σπλάχνα της καρδιάς του, η καρδιά του, όμως, προκαλεί την κατάβασή του. Αγαπώ όλους όσοι είναι σαν βαριές σταγόνες που πέφτουν μια-μια απ’ το μαύρο σύννεφο που χαμήλωσε πάνω απ’ τον άνθρωπο: προμηνύουν τον ερχομό της αστραπής, και υποχωρούν σαν προάγγελοι.

Τρίτη 21 Ιανουαρίου 2014

ΕΝΑ ΑΝΤΙΔΟΤΟ ΓΙΑ ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΙΣΑΡΗΣ/ ΘΑ ΕΠΙΣΤΡΕΨΩ ΦΩΤΕΙΝΟΣ

Έφτιαξα μια ζωή από πηλό                                                      
Που ράγισε στα χέρια μου
Λερώθηκε στα χέρια αλλωνών
Μέχρι που κομματιάστηκε.
Ζωγράφισα τη μοναξιά
Με βλέμμα τρομαγμένο ταξίδεψα                          
Σε έρημα νησιά χωρίς φωνή.
Αγάπησα φαντάσματα που σύρθηκαν 
Μαζί μου σε κρεβάτια ηδονικά
Κι έπειτα πέταξαν από κοντά μου κρώζωντας.
Αρρώστησα σε κάτασπρα δωμάτια
Κρατώντας το κορμί μη σκορπίσει
Έκλαψα από πόνο κι από στέρηση.
Πύργους ονειρεμένους έχτισα
Μα η αρχιτεκτονική λειψή και χάλασαν
Στο δεύτερο σεισμό δεν άντεξαν
Κρίθηκαν κατεδαφιστέοι.
Με βλέμμα άτονο την παγωνιά προσμένω
Νοέμβριος και στο μυαλό μου βρέχει καλοκαίρια.
Μα είμαι σίγουρος πως κάποτε
Μέσα από του χωραφιού την πρωινή δροσιά
Μέσα από τη λίμνη την ακύμαντη θα βγω
Και θα επιστρέψω φωτεινός.

Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2014

ΜΕ ΤΟ ΡΟΥΧΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Γλύκανε ο καιρός σήμερα. Ούτε ψίθυρος φυλλωμάτων ούτε άναρχα γλυπτά αφρού.
Ένα ανεπαίσθητο ρυτίδιασμα της θάλασσας που θολώνει στο βάθος και χωρίζει τις αποχρώσεις του ορίζοντα.
Αχνίζει καθαρό γαλάζιο η Κυριακή. Αταίριαστο φόντο για το ιδιαίτερο βάρος αυτής της μέρας αφού έχει συνδεθεί στη ζωή και στην τέχνη με δυο τρεις δόσεις θλίψης και σκοτεινιάς για τους περισσότερους αν όχι για όλους.
Τερτίπια του ημερολογίου στον τοίχο ίσως ή του αλλόφρονα χρόνου μέσα μας.
Εξαρτάται και από το στίγμα του τόπου που ζει ο καθένας. Γράφει αλλιώς η γεωγραφική θέση- αναλόγως με το πού βρισκόμαστε- τις Κυριακές, αναλώνει με διαφορετικό τρόπο τις εικόνες και τους ήχους της.
Στην Αθήνα τα κυριακάτικα πρωινά έχουν μια επισφαλή ησυχία, σαν κάτι να συμβαίνει, πολύ σημαντικό, αλλά να μην αποκαλύπτεται, επτασφράγιστο μυστικό αλλά το νιώθεις να κινείται πίσω από τοίχους, έξω στο μπαλκόνι, να σέρνεται κάτω στο δρόμο, πίσω από τις κοινότυπες "καλημέρες" των ελάχιστων περαστικών.
Έχεις την αίσθηση ότι κάτι συμβαίνει μέσα από τα κλειστά τζάμια και την κορδέλα του ύπνου των ξενυχτισμένων, αλλά δεν υπάρχει περίπτωση να το μάθεις ποτέ.
Οι άλλες μέρες είναι οι αναμενόμενες. Ακούγονται σκόρπιοι θόρυβοι από τ’ άγρια χαράματα που σιγά σιγά πυκνώνουν, μακρινοί ήχοι από ξυπνητήρια, σωληνώσεις νερού, βηξίματα, πόρτες που ανοιγοκλείνουν κι ύστερα τροχοφόρα που παίρνουν μπρος, βιαστικά χτυπήματα τακουνιών, έχεις ήδη ξυπνήσει πια και σκέφτεσαι αναστενάζοντας ή χαμογελώντας τις επόμενες κινήσεις σου κι αν δεν έχεις -ξυπνήσει- το απορριμματοφόρο του δήμου αναλαμβάνει να το κάνει με μεγάλη επιτυχία συνήθως.
Εδώ στο νησί  οι καθημερινές μοιάζουν αβάπτιστες. Το ίδιο κι οι Κυριακές. Όσες δουλειές κι υποχρεώσεις κι αν έχεις, η θάλασσα, το φτεροκόπημα των γλάρων, τα σύννεφα που αλλάζουν διαρκώς μορφές και η ακαριαία αλλαγή του καιρού υπαγορεύουν το δικό τους ρυθμό στο δικό σου. Οι Κυριακές δεν έχουν τίποτα μυστηριώδες και ανεξερεύνητο, τίποτα περισσότερο ή λιγότερο σε σχέση με τις υπόλοιπες, καθημερινές μέρες. Γι’ αυτό ξεχνάς μερικές φορές τα ονόματά τους και τη σημασία τους.
Ο χρόνος εδώ είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο και κάθε πιστός τον ερμηνεύει διαφορετικά. Όπως επίσης τη χαρά, τη λύπη, την απουσία, την απώλεια.
Με κυριακάτικο ρούχο ή χωρίς…

Stavronia

Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2014

FLASH-BLACK/ MIXAΛΗΣ ΓΚΑΝΑΣ

βρέχει σ' όλες τις γυναίκες που αγάπησα
ΓΙΑΝΝΗΣ ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗΣ

Έπεφτε το κορμάκι σου και το 'χτιζα με χάδια 
την ώρα που' σβηνε το φως
κι άναψαν τα σκοτάδια

Είδα το μαύρο που' κρυβες
με σάρκα και με δέρμα
κι ανάμεσα στα δόντια σου το ''σ' αγαπώ'' σαν κρέμα.

Τρόμαξα κι άναψες το φως, η νύχτα έκανε πίσω
σαν φίδι που δεν πρόλαβα
καλά να το χτυπήσω.

Κι άφησε στο σεντόνι μας
το μαύρο της το ντύμα,
όλο το βράδυ πάσχιζα να κόψω αυτό το νήμα.

Μιχάλης Γκανάς Ποιήματα 1978-2012

Πέμπτη 16 Ιανουαρίου 2014

Οι σκιέρ του μέλλοντός μας

Του Τάκη Θεοδωρόπουλου

'Οταν μια χώρα έχει αποφασίσει 
να προοδεύσει, όταν οι πολιτικοί 
της ταγοί ατενίζουν το μέλλον με αισιοδοξία, όπως ο Βοναπάρτης τις θέσεις του πυροβολικού ξημερώματα στο Αούστερλιτς, καμία τροχοπέδη δεν υπάρχει περίπτωση να την εμποδίσει. Ως εκ τούτου, δύο ολόκληροι υπουργοί, ο της Εθνικής Παιδείας και η του επίσης εθνικού Τουρισμού, την Παρασκευή θα αποφασίσουν εξ αδιαιρέτου για τη «λευκή εβδομάδα» που θα φέρει τη μαθητιώσα νεολαία πιο κοντά στην πανάρχαια παράδοση του τόπου, το σκι. Διότι, ως γνωστόν, και παρά τις επίμονες προσπάθειες Ελβετών και λοιπών ξενέρωτων αλπικών λαών να καπηλευθούν την ιστορία μας, αγώνες σκι καταγράφονται από τους αρχαιολόγους στις κορυφές του Ταϋγέτου, όπου και ευρέθη το πρώτο δωρικό πέδιλο. Υποθέτω δε ότι η «λευκή εβδομάδα» γίνεται στο πλαίσιο της σχολικής επιμόρφωσης, επισκέψεων μουσείων και σαλέ ανά την επικράτεια. Είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να αναδειχθεί και η πολιτική διορατικότητα του κ. Μιχάλη Λιάπη, ο οποίος, αντί να χτίσει αυθαίρετο πάνω στο κύμα, ως είθισται, ανήγειρε παραδοσιακό σαλέ στο ιστορικό Μεγάλο Χωριό της επίσης ιστορικής Ευρυτανίας. Πόσα έχουν να μάθουν οι μαθητές που θα το επισκεφθούν κατά τη διάρκεια της «λευκής εβδομάδος», τι έχουν να ακούσουν τα απονήρευτα αυτάκια τους και ποιες εντυπώσεις θα αποκομίσουν από την προσωπικότητα του οραματιστή επιχειρηματία, υποθέτω ότι θα το μάθουμε από τις εκθέσεις που θα γράψουν αμέσως μετά, για να προλάβουν τις πασχαλινές τους διακοπές. Ειρήσθω εν παρόδω, δεν αντιλαμβάνομαι τα κακεντρεχή σχόλια όσων κατηγορούν τον άδολο πανδοχέα για τις επιδοτήσεις. Ο άνθρωπος πάντα ευρωπαϊστής ήταν και πάντα υποστήριζε με πολιτική παρρησία και όση ευφυΐα μπορεί να διαθέσει ότι το μέλλον της Ελλάδας είναι στην Ευρώπη.
Ας σοβαρευτούμε λοιπόν. Το πρόβλημα δεν είναι πρόβλημα ποσότητας σχολικών ωρών. Αν τη «λευκή εβδομάδα» την παραχωρούσαν τα σχολεία για επισκέψεις σε μουσεία, αρχαιολογικούς χώρους, βιβλιοθήκες, εκθέσεις, συναυλίες ή διαλέξεις, δεν θα υπήρχε κανένα πρόβλημα. Προ ετών, το αείμνηστο Εθνικό Κέντρο Βιβλίου με το Γιάννη Μπουτάρη είχαν προσπαθήσει να πείσουν το υπουργείο να αφιερώσουν τα σχολεία ένα πρωινό για να επισκεφθούν τη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου. Εννοείται δεν δόθηκε συνέχεια. Θα μου πείτε, τώρα η χώρα βαδίζει στη λεωφόρο της Ανάπτυξης, όλα τα άλλα προβλήματα της εκπαίδευσης έχουν λυθεί, το Πανεπιστήμιο Αθηνών λειτουργεί απρόσκοπτα, οπότε και το αρμόδιο υπουργείο μπορεί να διευρύνει τον ορίζοντα των δραστηριοτήτων του. Και να διδάξει στα παιδιά πώς θα συμμετάσχουν στις προσπάθειες για την ανόρθωση της εθνικής οικονομίας πριν ακόμη γίνουν φοιτητές. Το γελοίον του πράγματος είναι ότι η νέα εκπαιδευτική επανάσταση γίνεται με πρωτοβουλία ξενοδόχων. Και το γελοιωδέστερον είναι ότι το υπουργείο Τουρισμού ανακαλύπτει στην πρόταση μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να τονώσει τον χειμερινό τουρισμό. Ο υπαρκτός σοσιαλισμός καλά κρατεί. Εκεί έστελναν τους κομσομόλους στις παρελάσεις, εδώ στέλνουμε τα παιδιά στα σαλέ για να κινήσουμε την αγορά. Γιατί όχι και στρατιωτικές μονάδες, σώματα ασφαλείας και ποδοσφαιρικούς συλλόγους; Υποθέτω ότι θα έχει ληφθεί ειδική μέριμνα για τις οικογένειες που δεν μπορούν να πάνε ούτε το καλοκαίρι διακοπές.
Δεν ξέρω τι θα αποφασίσουν οι στιβαροί εγκέφαλοι που μας κυβερνούν, την Παρασκευή. Αν η «λευκή εβδομάδα» θα παραχωρηθεί στους αναξιοπαθούντες ξενοδόχους ή αν δε θα υπάρξει. Όμως, το ζήτημα δεν είναι εκεί. Το ζήτημα είναι ότι συζητούν στα σοβαρά το ζήτημα. Και πολύ θα ήθελα να άκουγα τα εκπαιδευτικά επιχειρήματα που θα ανταλλαχθούν στη συνάντηση κορυφής. Ποιος θα πρωτοφροντίσει τους σκιέρ του μέλλοντός μας;

Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2014

ΕΙΠΑ Ν' ΑΦΗΣΩ / ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΜΕΛΗΣ

Είπα ν’ αφήσω αυτό το πεθαμένο σπίτι
Να πάω να κατοικήσω επάνω στη θάλασσα
Σκιές το κατοικούν ξεχασμένες φωνές
Εξαρθρωμένες κούκλες ανεβοκατεβαίνουν τις σκάλες
Το παράθυρο μένει γυμνό μέσα στη νύχτα
Όλα τα τζάμια έχουν πέσει
Κομμάτια από γυαλί πάνω στη σκόνη
Και μένω κι αγωνίζομαι να βρω τη σκιά μου
Ίχνος από παλιό λησμονημένον ήλιο

ΠΗΓΗ: 
Ποίηση και λογοτεχνία

Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2014

O,ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΜΕΙΝΕΙ ΘΑ ΜΕΙΝΕΙ

Η ζωή  σε μικρή επαρχιακή πόλη  διαμορφώνει αλλιώς τη σχέση σου και τις σχέσεις σου με ό,τι άφησες πίσω, με την πόλη που μεγάλωσες.
Λέω για τους μετοικήσαντες που βάσει επιλογής κι όχι ευκαιριακών, εργασιακών ή οικογενειακών συνθηκών και συνάμα  χωρίς να έχουν το πλεονέκτημα ή μειονέκτημα της καταγωγής, ριζώνουν επί μακρόν σ’ έναν τόπο.
Κι όσο πιο απομονωμένος ο τόπος, με μετρημένες τέσσερις πέντε εκατοντάδες ψυχές, τόσο πιο περίεργη κι αλλόκοτη η ρίζα. "Το ανήκειν" ούτως ή άλλως είναι από μόνο του ένα ζήτημα με πολλές διαφορετικές παραμέτρους και αποκλίσεις. Η προσέγγιση της καταγωγής σηκώνει πολύ νερό κι έχει a priori να αναμετρηθεί με την αντίληψη περί έθνους, παράδοσης, φατρίας, μόρφωσης, καλλιέργειας, είναι εν τέλει θέμα υψηλού ή χαμηλού πνευματικού επιπέδου.
Αυτό είναι η μια όψη του πράγματος και δεν είναι του παρόντος. Η άλλη έχει να κάνει με κάτι πιο βαθύ και προσωπικό. Αφορά την επικοινωνία και την εμπλοκή με τους άλλους, αυτούς με τους οποίους κάποτε έζησες πριν πάρεις το μεγάλο δρόμο ή με κάποιους που συνάντησες και με τον έναν ή τον άλλο τρόπο δέθηκες, ενώ τον είχες ήδη βαδίσει.
Εδώ το παιχνίδι παίζεται αλλιώς γιατί όποτε επιστρέφεις η επικοινωνία δια ζώσης είναι για λίγο κι αυτό το λίγο θέλεις να περιέχει μια γερή δόση εντιμότητας, γνησιότητας και αλήθειας.
Η απόσταση από πράγματα κι ανθρώπους με τους οποίους κάποτε έδωσες και πήρες έρωτα ή φιλία είναι άτιμο πράγμα. Κρίνεται και αποκαλύπτει με τη συνδρομή του χρόνου σημεία και τέρατα, θαύματα και τραύματα.
Για κάποιους ξέρεις ότι υπάρχεις -κι αντίστροφα για σένα αυτοί- ακόμα κι αν δε βρίσκεσαι δίπλα τους. Εξακολουθούν να μοιράζονται μαζί σου τη ζωή τους σαν να μην έφυγες ποτέ.
Τους βρίσκεις και σε βρίσκουν -η τεχνολογία σ' αυτό εξυπηρετεί-  κι όποτε έρχεσαι κοντά τους ανατρέπουν το πρόγραμμά τους ή τις υποχρεώσεις τους για να σε δουν, να τους δεις κι αυτό είναι δώρο ανεκτίμητο.
Άνθρωποι - φάροι, αναβοσβήνουν πότε πότε, όπως κι εσύ άλλωστε, αλλά δε σβήνουν ποτέ. Φτάνεις κοντά τους με αίθριο καιρό και χωρίς μποφώρ, γιατί φροντίζουν η θάλασσά τους να είναι ανοιχτή και οικεία για σένα.
Υπάρχουν βέβαια κι οι άλλοι. Αυτοί που θέλουν να εμφανίζονται σαν ακραία καιρικά φαινόμενα. Εκείνοι στους οποίους κάποτε έκανες κατάθεση ψυχής, -ας πρόσεχες- και τώρα είναι πανταχού απόντες. Όσοι επικοινωνούν με κάτι περίεργα τηλέφωνα μια στο τόσο σαν αναγνωριστικά αεροπλάνα που περνούν για λίγο πάνω απ’ το κεφάλι σου για να καταγράψουν τη θέση σου και να δώσουν το παρών της ισχύος και της σπουδαιότητάς τους. Που πάντα λένε ότι θέλουν να σε δουν, αλλά το πρόγραμμά τους είναι φουλ και δε θα το ανατρέψουν με τίποτα.
Ανατρέπεις λοιπόν εσύ το δικό σου για να χωρέσεις μια, δυο, τρεις φορές, στο  χρόνο τους, με τα δικά τους σταθμά και μέτρα, μέχρι που καταλαβαίνεις ξεκάθαρα πια ότι αυτό που σ’ έφερε κάποτε κοντά τους δεν υπάρχει, το τοπίο είναι παγωμένο και άνυδρο. Μόνο κάτι αστραποβολίδες βλέπεις πού και πού στον ορίζοντα κι ύστερα σκότος κι έρεβος.
Τότε, θέλοντας και μη, φτάνει η ώρα για το ξεκαθάρισμα. Σιωπηλά και γενναία. Με την ψυχή όρθια. Με πόνο ή χωρίς.
Τι σημασία έχει;
Η απόσταση τελικά είναι η πιο κοντινή διαδρομή για να μετρήσεις την αξία και το βάθος της ανθρώπινης καρδιάς.
Γιατί ό,τι είναι να μείνει θα μείνει…

Stavronia

Πέμπτη 9 Ιανουαρίου 2014

ΧΡΟΝΟΣ: 2014

2014, χρόνος παρών...
Με το τριμμένο ρούχο της μελαγχολίας του πνεύματος των ημερών που απήλθαν και του οινοπνεύματος που ακόμα κυλά στις φλέβες μας.
Στεφανωμένος απ’ τη μακιγιαρισμένη λάμψη μιας πόλης που επιμένει να ποζάρει απαστράπτουσα, μοναχικά θορυβώδης, γοητευτικά επαναλαμβανόμενης ή ασφυκτικά μονότονης.
Χρόνος ανεμελιάς και τρέλας, ταιριαστός στη νεότητα ή στο φάντασμά της.
Χρόνος λαχανιασμένος κάτω απ’ το σιδερένιο καπέλο της καθημερινότητας και χρόνος αναμονής, αργός για να δεις αυτό που επιμένεις να μη βλέπεις.
Χρόνος δήθεν, κλειδωμένος στο κουτί του τίποτα, ξιπασμένος από νοσηρό ναρκισσισμό.
Χρόνος σκεπτόμενος, για λίγους, όσους ακόμα γοητεύονται απ’ αυτό το extreme sport της ψυχής και του νου, που δεν έχουν τίποτα να αποδείξουν στους άλλους, κατά συνέπεια ούτε στον εαυτό τους  πέραν της ανάγκης τους για ανεπιτήδευτη συναλλαγή και επικοινωνία.
Χρόνος για πανσέληνο έρωτα, γνήσιο μέσα στο αναπόφευκτο ολοκαύτωμά του ή χρόνος για επαίτη έρωτα που διακονεύει για το φως του από σώμα σε σώμα, δηλώνοντας  περίτρανα εν τέλει την παντελή απουσία του.
Χρόνος ξεκαθαρίσματος και χρόνος επανατοποθέτησης, οδυνηρός χρόνος.
Πυρπολημένος απ' το ρολόι της σιωπής και χρόνος λαλών την απομόνωση και την υγρασία θαλασσινού τοπίου.
Δικός μου και της θάλασσας.
Χρόνος για ξόδεμα; Όχι...
Χρόνος, γήινος, συμφωνημένος, βιωματικός, ανερμήνευτος, συμπαγής, ρευστός, συμπαντικός, ανύπαρκτος.
2014 ευχές, πιάσουν δεν πιάσουν…

Stavronia